- συμβάματα
- σύμβαμαchanceneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
σεροτονίνη — η, Ν (βιοχ.) ιστικός μεταβολίτης τής τρυπτοφάνης, νευροδιαβιβαστής που παίζει ρόλο στην αρτηριακή υπέρταση και στα αναφυλακτικά συμβάματα, με ισχυρή αγγειοσυσταλτική δράση. [ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. serotonine < sero (< λατ. serum «ορός») + tonic … Dictionary of Greek